- ακατάλληλος
- inopportun
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
ἀκατάλληλος — not fitting together masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ακατάλληλος — η, ο (Α ἀκατάλληλος, ον) αυτός που δεν προσαρμόζεται σε κάτι, δεν ταιριάζει με κάτι, ο ασύμφωνος ή ο άκαιρος, ο άτοπος «ακατάλληλη ώρα», «ακατάλληλος υπάλληλος», «ακατάλληλη ταινία» ή «έργο» ταινία ή έργο που δεν πρέπει να παρουσιαστεί ή να… … Dictionary of Greek
ακατάλληλος — η, ο επίρρ. α 1. αυτός που δεν προσαρμόζεται σε κάτι: Το κτίριο κρίθηκε ακατάλληλο για σχολείο. 2. (για θεάματα και αναγνώσματα), αυτός που δεν επιτρέπεται σε ανήλικους, άσεμνος: Το βιβλίο αυτό είναι ακατάλληλο για παιδιά … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἀκαταλληλότερον — ἀκατάλληλος not fitting together adverbial comp ἀκατάλληλος not fitting together masc acc comp sg ἀκατάλληλος not fitting together neut nom/voc/acc comp sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκαταλλήλως — ἀκατάλληλος not fitting together adverbial ἀκατάλληλος not fitting together masc/fem acc pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκατάλληλον — ἀκατάλληλος not fitting together masc/fem acc sg ἀκατάλληλος not fitting together neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκαταλληλότερα — ἀκατάλληλος not fitting together neut nom/voc/acc comp pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκαταλλήλοις — ἀκατάλληλος not fitting together masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκαταλλήλου — ἀκατάλληλος not fitting together masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκαταλλήλους — ἀκατάλληλος not fitting together masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκαταλλήλων — ἀκατάλληλος not fitting together masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)